Από την Εύη Παντελάκη
με την επιμέλεια της φιλολόγου Μαρίας Μαγουλά*
Το θέμα του βιβλίου είναι το καλοκαίρι του Παναγιώτη, της Ζωής και των υπολοίπων παιδιών στη Βαγία. Κεντρικοί ήρωες του βιβλίου ο Παναγιώτης, η μητέρα του και τα αδέλφια του Σώτος, Νίκος, Ιουλία και Φωτεινή, η αδελφή της Ειρήνη και η μητέρα της η Κα Έμμα. Η αφήγηση είναι το καλοκαίρι του 1935 και ο τόπος είναι η Αίγινα και συγκεκριμένα στο χωριουδάκι της Βαγίας.
"Αταγιάντιχτος και αναθεματισμένος αν έφευγα θα ανακουφιζόταν. Έτσι νομίζω και τώρα κοιτούσα αυτά τα βουρκωμένα μάτια, αυτά τα χέρια που έμοιαζαν με ανοιχτές φτερούγες και ήθελα να τρέξω, να χωθώ στην αγκαλιά της και να μείνω εκεί για πάντα". Αυτή η φράση με συγκίνησε και ταυτόχρονα με εντυπωσίασε διότι αυτά είναι τα συναισθήματα όλων των παιδιών κατά την ενηλικίωση. Στο τέλος του βιβλίου ένιωσα ευχαρίστηση, συγκίνηση όταν ο Παναγιώτης κατάφερε να φύγει από τη Βαγία καθώς και απορία για το ποιος δημιούργησε τους μύθους για φαντάσματα, βρικόλακες και ξωτικά από τόσο παλιά. Επίσης γέλασα σε πολλά μέρη του βιβλίου.
Κατά την ανάγνωση ταυτίστηκα με τον Παναγιώτη γιατί όπως εγώ σκέφτεται και νοσταλγεί και θέλει να εξερευνεί το καινούργιο, να κάνει πράγματα με αυτούς που αγαπάει αλλά και μερικές φορές να κλείνεται στον εαυτό του.
Το συμπέρασμα μετά την ανάγνωση είναι ότι συνήθως βιαζόμαστε να μεγαλώσουμε πιστεύοντας ότι ως μεγάλοι θα είμαστε το ίδιο ευτυχισμένοι και ανέμελοι αλλά δυστυχώς τα πράγματα αλλάζουν και γίνονται πιο αγχώδη.
*Η εκπαιδευτικός Μαρία Μαγουλά στα πλαίσια του μαθήματος των Νέων Ελληνικών και της δραστηριότητας "Φιλαναγνωσία" ενθαρρύνει τους μαθητές της συμπληρώνοντας ένα φύλλο εργασίας να περιγράψουν ένα βιβλίο που διάβασαν.
με την επιμέλεια της φιλολόγου Μαρίας Μαγουλά*
Το θέμα του βιβλίου είναι το καλοκαίρι του Παναγιώτη, της Ζωής και των υπολοίπων παιδιών στη Βαγία. Κεντρικοί ήρωες του βιβλίου ο Παναγιώτης, η μητέρα του και τα αδέλφια του Σώτος, Νίκος, Ιουλία και Φωτεινή, η αδελφή της Ειρήνη και η μητέρα της η Κα Έμμα. Η αφήγηση είναι το καλοκαίρι του 1935 και ο τόπος είναι η Αίγινα και συγκεκριμένα στο χωριουδάκι της Βαγίας.
"Αταγιάντιχτος και αναθεματισμένος αν έφευγα θα ανακουφιζόταν. Έτσι νομίζω και τώρα κοιτούσα αυτά τα βουρκωμένα μάτια, αυτά τα χέρια που έμοιαζαν με ανοιχτές φτερούγες και ήθελα να τρέξω, να χωθώ στην αγκαλιά της και να μείνω εκεί για πάντα". Αυτή η φράση με συγκίνησε και ταυτόχρονα με εντυπωσίασε διότι αυτά είναι τα συναισθήματα όλων των παιδιών κατά την ενηλικίωση. Στο τέλος του βιβλίου ένιωσα ευχαρίστηση, συγκίνηση όταν ο Παναγιώτης κατάφερε να φύγει από τη Βαγία καθώς και απορία για το ποιος δημιούργησε τους μύθους για φαντάσματα, βρικόλακες και ξωτικά από τόσο παλιά. Επίσης γέλασα σε πολλά μέρη του βιβλίου.
Κατά την ανάγνωση ταυτίστηκα με τον Παναγιώτη γιατί όπως εγώ σκέφτεται και νοσταλγεί και θέλει να εξερευνεί το καινούργιο, να κάνει πράγματα με αυτούς που αγαπάει αλλά και μερικές φορές να κλείνεται στον εαυτό του.
Το συμπέρασμα μετά την ανάγνωση είναι ότι συνήθως βιαζόμαστε να μεγαλώσουμε πιστεύοντας ότι ως μεγάλοι θα είμαστε το ίδιο ευτυχισμένοι και ανέμελοι αλλά δυστυχώς τα πράγματα αλλάζουν και γίνονται πιο αγχώδη.
*Η εκπαιδευτικός Μαρία Μαγουλά στα πλαίσια του μαθήματος των Νέων Ελληνικών και της δραστηριότητας "Φιλαναγνωσία" ενθαρρύνει τους μαθητές της συμπληρώνοντας ένα φύλλο εργασίας να περιγράψουν ένα βιβλίο που διάβασαν.